Σε άρθρο που υπογράφει ο ερευνητής Steven J. Allen στην αμερικάνικη επιστημονική ιστοσελίδα Capital Research Center’s “Green Watch”, αναλύεται το πώς τα μεγάλα συμφέροντα των καπνοβιομηχανιών, διαμέσου της επιρροής τους στις ρυθμιστικές Αρχές των ΗΠΑ, εμποδίζουν αποδεδειγμένες στρατηγικές μείωσης της βλάβης του τσιγάρου και «χαρίζουν» ένα τεράστιο χρηματικό ποσό στις ίδιες…
Διαβάστε το άρθρο:
Τα «χέρια» με σκοπό να καταστρέψουν ουσιαστικά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Αμερική που απασχολούνται στη βιομηχανία του ηλεκτρονικού τσιγάρου φαίνεται πως έδωσαν η αμερικάνικη Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) με τις πέντε μεγαλύτερες επιχειρήσεις καπνού, γνωστές ως «Big Tobacco» (Altria, British American Tobacco, Imperial Brands, Japan Tobacco και Philip Morris International),
Κάτι τέτοιο, φυσικά θέτει σε κίνδυνο τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων, αλλά μπροστά στο κέρδος αυτό είναι κάτι που δεν το λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν.
Τον περασμένο Μάιο η FDA ανακοίνωσε ότι τα ηλεκτρονικά τσιγάρα -που αν και δεν περιέχουν καπνό- θα τα θεωρεί… προϊόντα καπνού. Αυτό δεν αποτελεί μία μικρή αλλαγή, τουναντίον σημαίνει ότι η FDA εκτιμά, ότι τα προϊόντα ηλεκτρονικού τσιγάρου βρίσκονται τώρα αντιμέτωπα με κόστος έγκρισης ύψους από 265.000 μέχρι 2.600.000 δολάρια, κάτι που χρειάζεται 1.713 ώρες ανά εφαρμογή. Και αυτές οι εκτιμήσεις δεν είναι ανά επιχείρηση που εμπορεύεται το ηλεκτρονικό τσιγάρο, αλλά ανά τεμάχιο.
Για τη νεοσύστατη βιομηχανία του ηλεκτρονικού τσιγάρου –η οποία σε μεγάλο βαθμό αποτελείται από μικρούς κατασκευαστές και καταστήματα -αυτά τα εμπόδια θα μπορούσαν κάλλιστα να οδηγήσουν σε πολλά λουκέτα. Για την «Big Tobacco», ωστόσο, είναι μια έξυπνη στρατηγική: Ζητάς δαπανηρές κανονιστικές ρυθμίσεις, προκαλείς την «καταιγίδα», παρακολουθείς τους ανταγωνιστές σου να βουλιάζουν και αναδύεσαι ως νέος πάροχος του μεγαλύτερου αντιπάλου του βασικού προϊόντος σου.
Η στροφή των «Big Tobacco» στην ηλεκτρονική αγορά τροφοδοτείται από την συνειδητοποίηση ότι το προϊόν τους, ο καπνός, έχει χάσει έδαφος σε δύο μέτωπα: πρώτον οι χρόνιοι καπνιστές χρησιμοποιούν τα ηλεκτρονικά τσιγάρα ως βοήθεια να σταματήσουν το κάπνισμα και δεύτερον οι νέοι χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά τσιγάρα αντί να αρχίζουν το κάπνισμα. Τα ηλεκτρονικά τσιγάρα παρέχουν νικοτίνη, αλλά καμία από τις περίπου 7.000 χημικές ουσίες που συνδέονται με τα πραγματικά τσιγάρα, καθώς και άλλες 60 καρκινογόνες ουσίες. Αυτό το γεγονός, μεταξύ άλλων, οδήγησε το υπουργείο Υγείας της Αγγλίας στην ανακοίνωση ότι τα ηλεκτρονικά τσιγάρα είναι κατά 95% πιο ασφαλή από τα συμβατικά τσιγάρα.
Στην Αμερική οι αρμόδιοι πιστεύουν το αντίθετο. Το Κέντρο Ελέγχου Ασθενειών (CDC) υποστηρίζει ότι τα ηλεκτρονικά τσιγάρα θα οδηγήσουν τους ανθρώπους στο να αρχίσουν το κάπνισμα, αντί να το κόψουν, χρησιμοποιώντας ως τεκμηρίωση αυτών των λεγομένων μόλις δύο μελέτες. Μάλιστα, καμία από τις δύο αυτές έρευνες που χρησιμοποιεί το CDC δεν συμφωνεί μαζί του για τα ηλεκτρονικά τσιγάρα. Στην πραγματικότητα, μία εξ αυτών αναφέρει ρητά: «Δεν μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η χρήση του ηλεκτρονικού τσιγάρου οδηγεί απευθείας στο κάπνισμα».
Αξίζει επίσης να αναφερθούν δύο σημαντικά γεγονότα που το CDC αποκρύπτει. Το 2015, το κάπνισμα από έφηβους στην Αμερική έπεσε σε μονοψήφια επίπεδα για πρώτη φορά, ενώ τα ποσοστά καπνίσματος αυξήθηκαν στα κράτη που απαγόρευσαν τα ηλεκτρονικά τσιγάρα. Σε κάθε περίπτωση, οι κινήσεις τόσο της FDA όσο και του CDC, εμποδίζουν αποδεδειγμένες στρατηγικές μείωσης της βλάβης του τσιγάρου και «χαρίζουν» ένα τεράστιο χρηματικό ποσό στις εταιρείες που συγκροτούν την «Big Tobacco».