Επίσης, σύμφωνα με την έρευνα υπό τον τίτλο «Η μοναδική συνεισφορά των ηλεκτρονικών τσιγάρων στην αποφυγή της επιστροφής στο κάπνισμα», το άτμισμα βοηθάει και στη μακροχρόνια αποχή από τη χρήση καπνού.
Η κύρια ερευνητής Δρ. Caitlin Notley από την Ιατρική Σχολή του Norwich εξήγησε:
«Τα ηλεκτρονικά τσιγάρα είναι κατά 95% λιγότερο βλαβερά από το κάπνισμα και αποτελούν τον πιο προσφιλή τρόπο διακοπής του καπνίσματος στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, η ιδέα ότι βοηθούν στη διακοπή του καπνίσματος, ειδικά στη μακροπρόθεσμη, παραμένει αμφιλεγόμενη. Θέλαμε να εξακριβώσουμε το κατά πόσο οι καπνιστές τα χρησιμοποιούν για τη διακοπή του, και αν το επιτυγχάνουν αυτό μακροπρόθεσμα».
Οι ερευνητές πήραν αναλυτικές συνεντεύξεις από 40 ατμιστές, τους οποίους ρώτησαν πράγματα σχετικά με το ιστορικό τους όσον αφορά στο κάπνισμα και στις προσπάθειες τους να το κόψουν, πώς και γιατί ξεκίνησαν το άτμισμα, ποιες γεύσεις προτιμούν, ποιοι λόγοι τους οδήγησαν, εάν συνέβη αυτό, ώστε να επιστρέψουν στο κάπνισμα κτλ.
«Βρήκαμε ότι το άτμισμα βοηθάει στη μακροπρόθεσμη αποχή από το κάπνισμα. Όχι μόνο αντικαθιστά πολλά στοιχεία του καπνίσματος όπως τη φυσική κίνηση, το ψυχολογικό και το κοινωνικό κομμάτι που συνοδεύει αυτή τη συνήθεια, αλλά προσφέρει επίσης και ευχαρίστηση, ενώ είναι και φθηνότερο από το κάπνισμα. Επίσης, οι ατμιστές που συμμετείχαν δήλωσαν ότι παρατήρησαν βελτιώσεις στο αναπνευστικό τους σύστημα, στη γεύση και στην όσφρηση τους», δήλωσε η Δρ. Notley.
«Αλλά το πιο ενδιαφέρον στοιχείο που βρήκαμε ήταν ότι το άτμισμα ενθαρρύνει τους καπνιστές να το κόψουν, ακόμα και αυτούς που δεν το είχαν σχεδιάσει», σημείωσε.
Οι περισσότεροι από τους 40 ατμιστές που συμμετείχαν στην έρευνα διέκοψαν εντελώς το κάπνισμα και το αντικατέστησαν με το άτμισμα, ωστόσο κάποιοι από αυτούς έκαναν και τα δύο ταυτόχρονα, μέχρι που σταδιακά περιορίστηκαν μόνο στη χρήση του ηλεκτρονικού τσιγάρου.
«Είδαμε ότι συχνά οι ατμιστές κάπνιζαν έναν μικρό αριθμό τσιγάρων, περισσότερο για κοινωνικούς ή συναισθηματικούς λόγους, αλλά αυτό σπάνια οδηγούσε σε κανονική χρήση καπνού, όπως προηγουμένως», κατέληξε η Δρ. Notley.
Διαβάστε την έρευνα στο πρωτότυπο εδώ.